συνουσιασμός

συνουσιασμός
ο, ΝΜΑ [συνουσιάζω]
συνουσία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • συνουσιασμός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνουσιασμοῦ — συνουσιασμός masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνουσιασμόν — συνουσιασμός masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμιξία — ἡ, Α (κατά τον Φώτ.) «σύμμιξις, συνουσιασμός». [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού σύμμιξις κατά τα θηλ. σε ία] …   Dictionary of Greek

  • συνουσίασμα — τὸ, Α [συνουσιάζω] συνουσιασμός …   Dictionary of Greek

  • κτηνοβασία — η συνουσιασμός ανθρώπου με ζώο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”